Γεωργία, κατασκευές, ναυπηγεία, μεταποίηση, μεταφορές, τουρισμός και εστίαση είναι ορισμένοι από τους κλάδους με υψηλό κίνδυνο θερμικής καταπόνησης για τους εργαζόμενους σε περιόδους καύσωνα, όπως αυτή που θα βιώσουμε με τον «Κλέωνα».

Το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας FAMELAB, του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το μοναδικό αυτού του είδους σε ολόκληρη τη Νότια Ευρώπη, εξετάζει πώς οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η ζέστη, το κρύο, η ατμοσφαιρική ρύπανση, το υψόμετρο, ο βυθός κ.ά. επηρεάζουν την λειτουργία του σώματος, την υγεία και την απόδοσή μας.

Μέσω μιας πρωτοποριακής μελέτης πεδίου, οι ερευνητές μέτρησαν την θερμοκρασία του «πυρήνα» του σώματος εργαζόμενων σε κλάδους υψηλής επικινδυνότητας, με ένα χάπι – αισθητήρα που κατάπιαν οι συμμετέχοντες εθελοντές. Τα αποτελέσματα είναι ενδεικτικά του κινδύνου που διατρέχει ένας στους τρεις εργαζόμενους, υπό συγκεκριμένες συνθήκες.

Μιλώντας στο iatronet.gr, ο διευθυντής του Εργαστηρίου, αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Ανδρέας Φλουρής, εξηγεί την έννοια της θερμικής καταπόνησης και τους αναλύει παράγοντες κινδύνου, που δεν περιορίζονται αποκλειστικά στην αυξημένη θερμοκρασία.

Παραθέτει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα με δύο εργαζόμενους στον ίδιο χώρο αλλά σε διαφορετικά πόστα, που καταδεικνύει για ποιο λόγο δεν ενδείκνυνται πάντα οριζόντια μέτρα προστασίας, όπως το κλείσιμο ολόκληρων επιχειρήσεων ή και κλάδων. Σε πολλές περιπτώσεις, πρακτικές παρεμβάσεις μπορούν να είναι προστατευτικές, μειώνοντας την θερμοκρασία του σώματος.

Η καινοτόμος μελέτη πεδίου

Μέχρι πριν από μερικά χρόνια οι μετρήσεις καταπόνησης γινόταν σε εργαστηριακό περιβάλλον, είτε με προσομοίωση της εργασίας σε διάδρομο ή ποδήλατο, είτε με ερωτηματολόγια. Μετά το 2016, μέσω ευρωπαϊκού προγράμματος που συντόνισε το FAMELAB, δόθηκε η δυνατότητα να γίνουν μελέτες πεδίου, με συγκεκριμένες μετρήσεις στον χώρο της εργασίας και την ώρα της βάρδιας. Ένα από τα μέσα που έδωσαν αυτή τη δυνατότητα είναι ένα χάπι – αισθητήρας.

«Ο εργαζόμενος καταπίνει χάπι, σε μέγεθος συμπληρώματος διατροφής, αυτό φτάνει στο γαστρεντερικό σύστημα και με έναν απόλυτα ασφαλή τρόπο στέλνει με ραδιοκύματα τα δεδομένα σε έναν πομπό που βρίσκεται έξω από το σώμα. Στο τέλος της βάρδιας του, κατεβάζουμε τα δεδομένα θερμοκρασίας που είχε βαθιά στον πυρήνα του σώματος, ενώ το χάπι αποβάλλεται», λέει ο κ. Φλουρής.

Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης πεδίου και άλλων μελετών που έχουν γίνει με άλλες μεθόδους σε περισσότερους από 1.500 ανθρώπους, έχουν δείξει πως ένας στους τρεις εργαζόμενους έχει συμπτώματα θερμικής καταπόνησης, όπως έντονη εφίδρωση, υπερθερμία, ζαλάδα, τάση για έμετο ή λιποθυμία, πονοκέφαλο, ναυτία, σύγχυση)

Δύο εργαζόμενοι στο ίδιο εστιατόριο

Δύο εργαζόμενοι στο ίδιο εστιατόριο μεγάλου ξενοδοχείου της Κρήτης, που συμμετείχαν στη μελέτη με το χάπι – αισθητήρα, κατέγραψαν πολύ διαφορετικά επίπεδα θερμοκρασίας κατά την εργασία. Ο πρώτος, ο οποίος εργαζόταν ως σερβιτόρος, είχε θερμοκρασία αυξημένη μεν, αλλά κάτω από τα όρια επικινδυνότητας, επειδή λόγω του πόστου του, έκανε συνεχείς διαδρομές από το μαγειρείο προς την κλιματιζόμενη σάλα. Αντίθετα, ο συνάδελφός του, που ήταν σεφ και περνούσε ολόκληρη τη βάρδια στην κουζίνα, εμφάνισε θερμοκρασίες πάνω από 38 βαθμούς Κελσίου στο 94% του χρόνου εργασίας του.

«Το συγκεκριμένο παράδειγμα μας έδειξε πως είναι πολύ δύσκολο να θέσουμε οριζόντια όρια για όλους. Πρέπει να καταλάβουμε ποιοι είναι οι πληθυσμοί σε κίνδυνο. Όσο λάθος να πούμε λειτουργούν όλα κανονικά χωρίς κανένα μέτρο, εξίσου λάθος να πούμε κλείνουν όλες οι επιχειρήσεις. Ξέρουμε τους παράγοντες κινδύνου, τα πιο επικίνδυνα επαγγέλματα, ξέρουμε ποιους πρέπει να προστατεύσουμε περισσότερο», αναφέρει ο αν. καθηγητής και προσθέτει: «Κάποιες επιχειρήσεις πρέπει όντως να κλείσουν για ορισμένο χρόνο, αλλά αυτό είναι το τελευταίο επίπεδο ασφάλειας»

Ο ίδιος προτείνει μια σειρά από μέτρα προστασίας των εργαζόμενων σε θέσεις υψηλού κινδύνου για θερμική καταπόνηση: «Μπορούμε να βοηθήσουμε τον εργαζόμενο να κάνει διαλείμματα, με εναλλαγές με έναν ακόμα συνάδελφό του, να φοράει ειδικό καπέλο ή πετσέτα που μπαίνει στην κατάψυξη και μπορεί να κατεβάσει 1 βαθμό την θερμοκρασία για τουλάχιστον 4 ώρες, να έχει ελαφρύ ντύσιμο, να του υπενθυμίζουμε να πίνει αρκετό νερό».

Δείκτες θερμικής καταπόνησης

Δύο εκ διαμέτρου παραδείγματα εργαζόμενων που απασχόλησαν την δημοσιότητα τις τελευταίες μέρες είναι από τη μια ο 57χρονος εργάτης στα ναυπηγεία της Ελευσίνας που έχασε τη ζωή του και από την άλλη ο σερβιτόρος που καταγράφηκε να μπαίνει στη θάλασσα σε παραλιακό μπαρ της Ρόδου, προκειμένου να σερβίρει τους πελάτες.

Σύμφωνα με τον κ. Φλουρή, ο άτυχος ελαιοχρωματιστής εκτελούσε βαριά εργασία με 37 βαθμούς κάτω από τον ήλιο, φορώντας βαρύ προστατευτικό ρουχισμό, ενώ δεχόταν και την αντανακλώμενη θερμότητα από την πυρακτωμένη λαμαρίνα.

Στον αντίποδα, ο αποκαλούμενος από τα ΜΜΕ και ως «σερβιτόρος – κολυμβητής» μπορεί να είχε άλλους κινδύνους, αλλά ήταν προστατευμένος από πλευράς θερμικής καταπόνησης, με μοναδικό ανησυχητικό σημείο το ότι δεν φορούσε καπέλο. Οι συνεχείς εναλλαγές θερμοκρασίας λόγω της εισόδου – εξόδου στο νερό μπορεί να είχαν ακόμα και ευεργετικό ρόλο.

Όπως εξηγεί ο διευθυντής του FAMELAB, η θερμοκρασία δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας που καθορίζει τον κίνδυνο θερμικής καταπόνησης. Για το λόγο αυτό, τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται οι λεγόμενοι δείκτες θερμικής καταπόνησης. «Μετά από πολύ μεγάλη μελέτη στην Ελλάδα και σε συνολικά 11 χώρες, βρήκαμε ότι καλύτερος από αυτούς τους δείκτες είναι αυτός που ονομάζεται στα ελληνικά ‘Θερμοκρασία υγρού βολβού και μαύρου σφαιριδίου’ και μέσω μιας εξίσωσης δίνει έναν αριθμό, συνυπολογίζοντας παράγοντες όπως η θερμοκρασία, η υγρασία και η ταχύτητα του αέρα», αναφέρει.

Τεχνική ομάδα εργασίας που είχε συστήσει το Υπουργείο Εργασίας, με την συμμετοχή και του κ. Φλουρή, έχει απευθύνει οδηγίες και προτεινόμενα μέτρα, με βάση τους συγκεκριμένους δείκτες. «Προς το παρόν έχουν τη μορφή συστάσεων, με εγκύκλιο που βγαίνει κάθε χρόνο. Ελπίζω σύντομα να αποκτήσει και νομική ισχύ», καταλήγει.

Βασίλης Ιγνατιάδης (iatronet.gr)