Το στερνό - θλιβερό μεν, περήφανο δε - αντίο στον Κώστα Βίρβο, είπε χθες ο Δήμαρχος Τρικκαίων, εκ μέρους όλων των τρικαλινών. 

Ο κ. Δημήτρης Παπαστεργίου εκπροσώπησε τον τρικαλινό λαό, συνοδευόμενος από τον πρώην Νομάρχη Τρικάλων κ. Στέφανο Πατραμάνη και τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Μουσείου Τσιτσάνη, κ. Στέλιο Καραγιώργο.

Η πόλη των Τρικάλων έχει ήδη τιμήσει τον μεγάλο στιχουργό με το Χρυσό Μετάλλιο της πόλης το 1992, με τη μετονομασία ενός δρόμου στην παραδοσιακή συνοικία του Βαρουσίου προς τιμή του και με την απόδοση του ονόματος του συνθέτη στο 32ο Δημοτικό Σχολείο Τρικάλων.

Έτσι, ο Δήμαρχος Τρικκαίων αποχαιρέτησε – όπως και ο κ. Πατραμάνης - τον μεγάλο τρικαλινό στιχουργό μέσα στον Ι. Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου Παλαιού Φαλήρου (Παναγίτσα), αναφέροντας, μεταξύ άλλων:

«Ο χαμός σου σφραγίζει το δυσαναπλήρωτο κενό στην ελληνική στιχουργία. Αυτή που τόσο λάτρεψες, τόσο υπέροχα υπηρέτησες, τόσο μεγαλοπρεπώς ανέδειξες.

Μίλησες για τη ζωή και τον έρωτα, τις χαρές, τη μετανάστευση, τα βάσανα, τους αγώνες, τα κοινωνικά προβλήματα. Μίλησες και για τον θάνατο, που σε στέρησε από κοντά μας. Τώρα, στις ώρες του αποχαιρετισμού, μεταφέρω τον εγκάρδιο αποχαιρετισμό, το τελευταίο αντίο της τρικαλινής γης. Αυτής που τίμησες, αυτής που σε τίμησε. Είμαστε υπερήφανοι που η π[όλη των Τρικάλων σε γέννησε, που από τα Τρίκαλα αναδείχτηκε η στιχουργική ιδιοφυία σου».

Και κατέληξε:

«Από εδώ, αυτές τις θλιβερές ώρες, μπορούμε πάντα να θυμόμαστε, ότι 

το “όμορφο αμάξι με δυο άλογα” 

που ζήτησες να σου φέρουμε “τα μάτια σου σαν κλείσεις”

είναι στην ψυχή μας και στην καρδιά μας και σε συντροφεύει

για να σεργιανίσεις καβαλάρης από κει ψηλά 

“τον ντουνιά με τα στραβά και τα παράλογα”.

Εμείς δεν θα σε ξεχάσουμε, ειδικά που σε λίγες ημέρες “αρχινάει στα Τρίκαλα, Κώστα ‘μ το παζάρι”!

Τώρα, η παρέα των τρικαλινών δημιουργών του παραδείσου, μαζί σου θα είναι πιο πλήρης

Αντίο Κώστα Βίρβο».

 

Επικήδειο λόγο εκφώνησε στην κηδεία του Κώστα Βίρβου και ο Στέφανος Πατραμάνης:

Ας χαμηλώσουν οι σταυραετοί κι ας αφουγκραστούν τα αγρίμια, του Ασπροποτάμου τα νερά να πάψουν να βουίζουν. Της γερακίνας ο γιος έπαψε να πετάει στα ψηλά βουνά, λαβώθηκε από του χάροντα τη σαϊτιά.

Κάπως έτσι έφτασε το μαντάτο για το θάνατο του φίλου μου Κώστα Βίρβου στη γενέτειρα.

Περνώντας τον τελευταίο καιρό στο σπίτι σου, στην αγκαλιά της οικογένειάς σου, «γηράσκων αξιοπρεπώς», όπως έλεγες, πέρασες ήσυχα-ήσυχα στην αθανασία.

Με τη ζωή και το έργο σου τίμησες την πόλη, το Νομό και την πατρίδα μας. Τραγούδησες τα βουνά και τους κάμπους της Θεσσαλίας όσο κανένας άλλος. Περιέγραψες με περίτεχνο τρόπο τα ήθη και τα έθιμα των ανθρώπων του πόνου και του μεροκάματου, της ξενιτιάς και της νοσταλγίας. Τους στίχους σου τους τραγουδούν γενιές Ελλήνων, γιατί γνώριζες πολύ καλά την τέχνη της ύφανσης και του κεντήματος στον αργαλειό (γνώρισμα των βλάχων της Κρανιάς) και τη μετέφερες με χρυσοβελονιά στους στίχους των ποιημάτων σου. Θαυμάζουμε το ολοκληρωμένο έργο που άφησες και αριθμεί πάνω από 2.000 τραγούδια.

Με τον ποιητικό σου λόγο περιέγραψες τον πόνο, τον έρωτα, τη δουλειά, την αδικία, την ξενιτιά, την αποξένωση, τη λησμονιά, την ευτυχία και τη δυστυχία. Οι στίχοι σου ποιήματα, οι λέξεις σου εικόνες ζωντανές, το νόημα βαθιά κοινωνικό κι ανθρώπινο.

Υπήρξες δάσκαλός μου για την καθιέρωση των εκδηλώσεων με την επωνυμία «Τσιτσάνεια», για να τιμούμε τους τρικαλινούς δημιουργούς, την «τρικαλινή σχολή», όπως την ονόμαζες.

Αισθάνομαι, βέβαια, πως δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για να μιλήσω για το υπέροχο έργο σου, που τιμά τον ελληνικό πολιτισμό. Υπήρξα, όμως, φίλος σου και είμαι περήφανος που με τίμησες με τη φιλία σου. Ακούω και θα ακούω όσο ζω την αργή, βαριά και σταράτη φωνή σου να μου διηγείται τα παιδικά και εφηβικά σου χρόνια στην Κρανιά και στο Βαρούσι των Τρικάλων. Πώς έγραψες τους πρώτους στίχους, πώς εμπνεύστηκες τις μεγάλες επιτυχίες, πώς δημιουργήθηκε η «Τρικαλινή Σχολή», ποιες οι επιδράσεις της από άλλες ανάλογες και ποιο το μέλλον του λαϊκού τραγουδιού. Αποτύπωσες με στίχους εικόνες και βιώματα που έγιναν επιτυχίες, τραγουδισμένες από μεγάλους τραγουδιστές. Η συνεργασία σου με τους τρικαλινούς συμπατριώτες Β. Τσιτσάνη και Α. Καλδάρα άφησαν ανεπανάληπτα μουσικά έργα.

Θα μου λείψεις φίλε Κώστα. Στις μεγάλες φτερούγες σου κούρνιαζε η οικογένειά σου και οι φίλοι σου. Ήσουν άρχοντας στη συμπεριφορά και δεν αρνήθηκες σε κανέναν τη βοήθειά σου, γιατί είχες περίσσευμα ψυχής, ταλέντου και πνεύματος.

Αγαπητέ Κώστα, φέτος το Σεπτέμβρη το παζάρι των Τρικάλων θα αρχίσει χωρίς εσένα, αλλά με σένα. Όπως το περιέγραψες στο τραγούδι σου, εμείς οι τρικαλινοί θα σιγοτραγουδούμε στα σοκάκια και τις παράγκες του πανηγυριού.

Αντί φίλε Κώστα, θα σε περιμένουμε στην πλατεία της πόλης με την άμαξα και τα δυό σου άλογα … να καλπάζουν στα στενά δρομάκια της παλιάς πόλης που γεννήθηκες και μεγαλούργησες…

Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει.

Από το γραφείο Τύπου