Η γιορτή της μητέρας ή ημέρα της μητέρας είναι εορτή προς τιμήν της μητέρας και της μητρότητας. Στην Ελλάδα και σε πολλές άλλες χώρες, γιορτάζεται την δεύτερη Κυριακή του μήνα Μάη.

Οι πρώτες αναφορές για Γιορτή της Μητέρας και της μητρότητας έρχονται από την αρχαία Ελλάδα. 

Η μητέρα Γη (Γαία) σύζυγος του Ουρανού είναι η προσωποποίηση της φύσης, που γεννά όλο τον κόσμο και λατρεύεται σαν η υπέρτατη θεότητα. Η λατρεία περνά στη συνέχεια στην κόρη της, Ρέα, σύζυγο και αδερφή του Κρόνου. Η Ρέα λατρεύεται σαν η "Μητέρα των Θεών", καθώς φαίνεται να είναι η πρώτη, που γέννησε με τοκετό και ανάθρεψε τα παιδιά της με μητρικό γάλα. Οι αρχαίοι Έλληνες απέδιδαν τιμές στη Ρέα κάθε άνοιξη, καθώς ήταν και θεά της γης και της γονιμότητας.

Καθιερώθηκε τον 20ό αιώνα και προέρχεται από το αγγλικό και το αμερικανικό κίνημα των γυναικών. Η Αμερικανίδα Ανν Τζάρβις (Ann Maria Reeves Jarvis) διοργάνωσε για πρώτη φορά το 1865 ένα κίνημα με το όνομα Mothers Friendships Day και συναντήσεις με το όνομα Mothers Day Meetings, κατά τις οποίες οι μητέρες αντάλλασσαν απόψεις και εμπειρίες. Το 1870 η Τζούλια Γουόρντ Χάου (Julia Ward Howe) διοργάνωσε μια εκδήλωση φιλειρηνικής συγκέντρωσης μητέρων με το σλόγκαν peace and motherhood με σκοπό, τα παιδιά να μη στέλνονται στον πόλεμο.

Στην Ελλάδα η γιορτή της μητέρας συνδέθηκε με την εορτή της Υπαπαντής (2 Φεβρουαρίου). Τότε η ορθόδοξη εκκλησία γιορτάζει την Παναγία με τον Ιωσήφ που πηγαίνουν τον 40ήμερο Ιησού στο Ναό για ευλογία. Να "σαραντίσει", με σύγχρονη ορολογία. Μια κίνηση που ακόμα σήμερα κάνουν οι χριστιανές μητέρες (Σαραντισμός). Ο παράλληλος εορτασμός της μητέρας ξεκίνησε το 1929 με προφανή τον συμβολισμό. Όμως κατά την δεκαετία του 1960, ο εορτασμός ατόνησε και ενισχύθηκε η δυτικόφερτη συνήθεια εορτασμού της 2ης Κυριακής του Μαΐου. Η εκκλησία όμως επιμένει στην παλαιά ημέρα εορτασμού και διοργανώνει σχετικές εκδηλώσεις.

Δύο από τα πιο γνωστά ποιήματα για την μητέρα 

Η καρδιά της μάνας του Άγγελου Βλάχου

Ένα παιδί, μοναχοπαίδι αγόρι,

αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.

- Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,

μ' αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,

της μάνας σου να φέρεις την καρδιά

να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου.

Τρέχει ο νιος, την μάνα του σκοτώνει

και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.

Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει

και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.

Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει

και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.

Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:

- Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!

 Η μάνα του Γεώργιου Μαρτινέλλη

Μάνα κράζει το παιδάκι,

Μάνα ο νιος και Μάνα ο γέρος,

Μάνα ακούς σε κάθε μέρος,

Α! τι όνομα γλυκό.

Τη χαρά σου και τη λύπη

με τη μάνα τη μοιράζεις,

ποθητά την αγκαλιάζεις,

δεν της κρύβεις μυστικό.

Εις τον κόσμον άλλο πλάσμα

δεν θα βρεις να σε μαντεύει,

σαν τη μάνα που λατρεύει,

σαν τη μάνα που πονεί.

Την υγειά της, τη ζωή της,

όλα η μάνα τ' αψηφάει

για το τέκνο π' αγαπάει,

για το τέκνο που φιλεί.

Όπου τρέχεις, πάντα η μάνα

με το νου σε συντροφεύει,

σε προσμένει, σε γυρεύει

μ' ανυπόμονη καρδιά.

Κι αν σκληρός εσύ φαρμάκια

την ποτίζεις την καημένη,

πάντα η μάνα σ' απανταίνει

με τα ολόθερμα φιλιά.

Δυστυχής όποιος τη χάνει

ο καημός είναι μεγάλος

σαν τη μάνα δεν είν' άλλος

εις τον κόσμο θησαυρός.

Κι' όποιος μάνα πια δεν έχει,

Μάνα κράζει στ' όνειρό του

πάντα Μάνα στον καημό του

είν’  ο μόνος στεναγμός!