Πολλοί είναι εκείνοι που περνούν καθημερινά το χρόνο τους σε εξωτερικούς χώρους, ακόμα και σε περιόδους χαμηλών θερμοκρασιών, είτε για λόγους εργασίας, είτε για λόγους άσκησης...

Παρόλα αυτά κατά τη διάρκεια των κρύων ημερών, απαιτούνται ειδικές προφυλάξεις για να αποφευχθεί η αφυδάτωση, η υποθερμία και τα κρυοπαγήματα.

Υπάρχει αφυδάτωση κατά την έκθεση σε κρύο;

Σε αυτό το ερώτημα απαντά, ο Κωνσταντίνος Μάντζιος, ερευνητής, στο Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας στη Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στο πλαίσιο σχετικής εργασίας που εκπόνησε.

Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μάντζιος, το ανθρώπινο σώμα προσπαθεί να προσαρμοστεί στον κρύο και ξηρό ατμοσφαιρικό αέρα διατηρώντας μια σταθερή θερμοκρασία.

Για να εξηγήσει: «Μέσω της αναπνοής του σώματος στον κρύο και ξηρό αέρα χάνονται από το σώμα μεγάλες ποσότητες υγρών και ο οργανισμός αφυδατώνεται.

Πώς μπορώ να ελέγξω τα επίπεδα υδάτωσης στο σώμα μου; Ένας απλός και οικονομικός τρόπος είναι ο έλεγχος του χρώματος των ούρων. Χρησιμοποιώντας μια απλή κλίμακα χρώματος ούρων, μπορούμε πολύ απλά να κάνουμε μια γρήγορη εκτίμηση των επιπέδων υδάτωσης. Όσο πιο σκούρο είναι το χρώμα των ούρων τόσο πιο αφυδατωμένοι είμαστε».

Για να αποφύγουμε την αφυδάτωση κατά τη διάρκεια της έκθεσης στο κρύο, σύμφωνα με τον ίδιο, θα πρέπει να αυξήσουμε την κατανάλωση υγρών (νερό, ενεργειακό ποτό, χυμό κλπ.) κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος της άσκησης και το σώμα να είναι συνεχώς ενυδατωμένο.

Επίσης να καλύπτουμε τη μύτη και το στόμα ώστε να ελαχιστοποιηθεί η απώλεια υγρών από την αναπνοή. Αναφερόμενος ο ερευνητής στην υποθερμία, σημειώνει πως κλινικά ορίζεται σε θερμοκρασίες σώματος από και μικρότερες των 35 ° C.

Τα αρχικά συμπτώματα περιλαμβάνουν ρίγος, αύξηση των καρδιακών παλμών, περιφερική αγγειακή αντίσταση και αυξημένη αρτηριακή πίεση. Κατά την έκθεση σε κρύο περιβάλλον, το σώμα παράγει θερμότητα για να διατηρήσει τη θερμοκρασία του πυρήνα (η θερμοκρασία σώματος σε φυσιολογικά επίπεδα 36.5-37.5 ° C) μέσω του ρίγους.

Για να αποτρέψουμε την υποθερμία θα πρέπει να αυξήσουμε τον ρουχισμό στο σώμα μας και να καλύψουμε το κεφάλι, να αυξήσουμε επίσης τη σωματική δραστηριότητα. Μέσω της άσκησης, εξηγεί, θα αυξηθεί η παραγωγή θερμότητας του σώματος και θα παραμείνει η θερμοκρασία πυρήνα σε φυσιολογικά επίπεδα.

Μετά την ολοκλήρωση της άσκησης θα πρέπει να αλλάξουμε ρουχισμό. Ο ιδρώτας που θα βρίσκεται στα ρούχα με τα οποία κάναμε άσκηση θα προκαλέσει μείωση της θερμοκρασίας του σώματος.

Ειδική αναφορά στην εργασία του, ο κ. Μάντζιος κάνει και για τα κρυοπαγήματα, τα οποία, όπως διευκρινίζει, προκαλούνται κατά κύριο λόγο μετά από έκθεση σε χαμηλές θερμοκρασίες. Πλήττουν κυρίως τα άκρα (δάκτυλα χεριών-ποδιών, μύτη, πρόσωπο κ.α) τραυματίζοντας τα αιμοφόρα αγγείων του δέρματος.

Στην προσπάθεια του οργανισμού να διατηρήσει τη θερμοκρασία του κορμού σταθερή, μέσω της αγγειοσυστολής το αίμα, τονίζει, μεταφέρεται στα άκρα με μικρότερη συχνότητα και η ποσότητα μειώνεται. Η συνέχιση της έκθεσης στο κρύο προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη αγγειοσυστολή με αποτέλεσμα τη δημιουργία κρυοπαγημάτων.

Τα συμπτώματα αυτών χαρακτηρίζονται από μούδιασμα, αλλαγή στην ωχρότητα του δέρματος, έντονο κνησμό, οίδημα και πόνο. Για να αποφύγουμε το κρυοπαγήματα θα πρέπει να καλύπτουμε τα άνω και κάτω άκρα αλλά και σημεία του προσώπου (όπως είναι η μύτη).

Να ελέγχουμε τακτικά τα δάχτυλα χεριών/ποδιών και τη μύτη για σημάδια κρυοπαγήματος. Απαραίτητο είναι να κινητοποιήσουμε μέσω της άσκησης όλο το σώμα και ιδιαίτερα τα δάχτυλα, καταλήγει τονίζοντας ο ερευνητής.

Απ. Ζώης (ΑΠΕ-ΜΠΕ)