Στο ένθετο «Αγροτική Οικονομία» της εφημερίδας «Τα Νέα Σαββατοκύριακο», που κυκλοφόρησε στις 13 Ιουνίου, σε άρθρο του με τίτλο "Δίκαιη μετάβαση" στη βιώσιμη γεωργία", ο Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Κώστας Σκρέκας αναπτύσσει τις θέσεις του για τον σχεδιασμό ενός ισχυρού και βιώσιμου αγροτικού τομέα. 

Την περίοδο της έξαρσης της κρίσης του κορωνοϊού πολλές κατηγορίες αγροτικών προϊόντων σημείωσαν εξαιρετικές επιδόσεις, αποδεικνύοντας ότι ο ελληνικός αγροτικός τομέας παραμένει ανθεκτικός ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες. Ακτινίδια, εσπεριδοειδή, ακόμα και τα οπωροκηπευτικά, σημείωσαν ως και 40% αύξηση στις εξαγωγές σε σύγκριση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, δείχνοντας το δρόμο που μπορεί να ακολουθήσει η Ελλάδα. Η συγκυρία δίνει τη δυνατότητα να ανασχεδιάσουμε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο για τη χώρα, που θα βασίζεται και σε έναν ισχυρό, βιώσιμο αγροτικό τομέα.

Το 2019 η αξία των εξαγωγών των ελληνικών αγροδιατροφικών προϊόντων ανήλθε σε 5,901 δις ευρώ, σχεδόν το 30% των ελληνικών εξαγωγών, εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών. Στην Ιταλία οι αντίστοιχες εξαγωγές ήταν 41, 929 δις ευρώ και στην Ισπανία 45,795 δις ευρώ, δηλαδή οι εξαγωγές αγροδιατροφικών προϊόντων της Ιταλίας και της Ισπανίας είναι σχεδόν διπλάσιες από τις εξαγωγές του συνόλου της ελληνικής οικονομίας. Και βέβαια η Ολλανδία αναδεικνύεται πρωταθλήτρια με άνω των 90 δις εξαγωγές αγροτικών και μεταποιημένων αγροτικών προϊόντων. Η απόσταση της χώρας μας σε σύγκριση με τις προαναφερθείσες χώρες παραμένει τεράστια. ωστόσο από την άλλη πλευρά δείχνει το εύρος των αγορών και τα περιθώρια ανάπτυξης που έχει η ελληνική αγροτική παραγωγή. και μεταποίηση.

Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να αξιοποιήσουμε τη στροφή της Ευρώπης σε ένα πιο βιώσιμο και περιβαλλοντικά φιλικό σύστημα παραγωγής τροφίμων, όπως αυτό αποτυπώνεται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και ειδικότερα στις στρατηγικές «από το αγρόκτημα στο πιάτο» και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, που παρουσίασε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού αγροτικού τομέα, χρειαζόμαστε προϊόντα με υψηλή προστιθέμενη αξία. Ένας από τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας είναι και η αύξηση των εκτάσεων της βιολογικής γεωργίας στο 25% της Χρησιμοποιούμενης Γεωργικής Γης. Στην Ελλάδα, οι εκτάσεις βιολογικής γεωργίας ανέρχονται σήμερα στο 8% περίπου, ποσοστό λίγο υψηλότερο από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο αφορά κυρίως εκτάσεις που εξυπηρετούν τη βιολογική κτηνοτροφία.

Η ενίσχυση των πρακτικών οργανικής γεωργίας στα οπωροκηπευτικά και τις δενδρώδεις καλλιέργειες θα βελτιώσει θεαματικά την αξία των ελληνικών προϊόντων και θα ενισχύσει την ανάπτυξη και τη συνοχή στην ύπαιθρο. Η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένα πρότυπο για την ανάπτυξη της βιολογικής γεωργίας,  στηρίζοντας το αγροτικό εισόδημα και προσελκύοντας τους νέους στην αγροτική παραγωγή.

Για να κάνουμε πράξη αυτό το όραμα χρειαζόμαστε βεβαίως ισχυρά κίνητρα και επαρκείς πόρους.  Πρέπει να κινητοποιήσουμε τα απαραίτητα κεφάλαια, να είμαστε ευέλικτοι και να εφαρμόσουμε εκείνα τα μέτρα που θα μειώσουν σε μόνιμη βάση το κόστος παραγωγής, ώστε να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων.

Η ανάπτυξη της «γεωργίας ακριβείας» (precision farming)  είναι κορυφαία προτεραιότητα για την κυβέρνηση μας. Προμετωπίδα στην προσπάθεια αυτή αποτελεί  το καινοτόμο σύστημα γεωργικών συμβουλών που σχεδιάζουμε ώστε να μπορούμε να βοηθήσουμε όλους τους αγρότες, ανεξαιρέτως ηλικίας και μορφωτικού επιπέδου, να αφομοιώσουν στην  καθημερινότητα τους την εφαρμογή των πρακτικών «γεωργίας ακριβείας». Με αυτόν τον τρόπο θα εξορθολογίσουμε και θα μειώσουμε τη χρήση εισροών, όπως είναι το νερό, τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα, γεγονός που και το περιβάλλον προστατεύει και το κόστος παραγωγής μειώνει.

Στο επίκεντρο του νέου μοντέλου ανάπτυξης του αγροτικού τομέα είναι η ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων και κυρίως του νερού. Θέλουμε να αξιοποιήσουμε τα επιφανειακά ύδατα και το βρόχινο νερό  μέσα από την κατασκευή των κατάλληλων υποδομών, όπως είναι τα μικρά φράγματα, οι λιμνοδεξαμενές και οι ταμιευτήρες. Σήμερα αξιοποιούμε μόλις το 11% των επιφανειακών υδάτων της χώρας, ενώ πάνω από το 60% του νερού που χρησιμοποιούμε προέρχεται από τους υπόγειους υδροφορείς, που από τη μια πλευρά εξαντλούνται, αφού δεν ανανεώνονται με την ίδια ταχύτητα που αντλούνται, ενώ από την άλλη πλευρά καταστρέφονται από την εισροή θαλασσινού νερού που σταδιακά μετατρέπει το νερό σε ακατάλληλο για χρήση. Αναπόσπαστο τμήμα της στρατηγικής για τον εξορθολογισμό της χρήσης του υδατικού δυναμικού αποτελεί η κατασκευή έξυπνων κλειστών ψηφιακών αρδευτικών δικτύων με απομακρυσμένη διαχείριση που μηδενίζουν τις απώλειες και μειώνουν το κόστος άρδευσης για τους αγρότες.

Με αυτό τον τρόπο θα εξασφαλίσουμε τη «δίκαιη μετάβαση» στη βιώσιμη γεωργία, που θα σέβεται το περιβάλλον, θα στηρίζει τη συνοχή της υπαίθρου και θα εξασφαλίζει τη διατροφική επάρκεια και αυτάρκεια αλλά και θα τροφοδοτήσει μια ισχυρή και βιώσιμη ελληνική οικονομία.